16.12.06

Στο τσακ

Μετά από σχεδόν δίμηνη απουσία κατάφερα επιτέλους να γράψω κάτι, αν και όχι αυτό που σχεδίαζα. Η σημερινή περιπέτεια όμως ήταν αρκετά έντονη (και περίεργη) για να πάρει σειρά προτεραιότητας. Μην ανησυχείτε πάντως, εντός των επομένων ημερών έρχεται και το κείμενο που προσπαθώ να γράψω τόσο καιρό, αλλά δεν βρίσκω χρόνο. (Όχι, που θα τη γλιτώνατε.) Πολύ φλυάρησα όμως πάλι, ώρα να περάσουμε στο θέμα μας...

Που λέτε, έπρεπε να παραδώσω μια εργασία σήμερα. Η πόρτα της σχολής κλείνει στις 17.00, οπότε έπρεπε να έχω τουλάχιστον μπει στο κτίριο πριν τις 17.00. Έλα όμως που ενώ οριακά προλαβαίνω, αποφασίζει ο εκτυπωτής να παρουσιάσει όλα τα πιθανά προβλήματα (που παρουσιάζουν οι υπολογιστές πάντα την πιο κρίσιμη στιγμή)! Κόλλησε, ακύρωσε μια εκτύπωση στα μισά, έπιασε τις σελίδες 2-2 ενώ έκανε εκτύπωση μπρος-πίσω (το τελευταίο είναι Ό,ΤΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΥΜΒΕΙ κατά τη διάρκεια μιας εκτύπωσης), μόνο το μελάνι δεν τελείωσε (ευτυχώς). Τέλος πάντων, κατορθώνω να εκτυπώσω την εργασία (εις διπλούν) και στις 17.20 βρίσκομαι μια γωνία πριν το κτίριο της σχολής, ελπίζοντας ότι μπορεί κάποιος να έχει ξεμείνει μέσα και να βγει όσο θα περιμένω. Είχα αποφασίσει ότι θα περιμένω μισή ώρα, αλλά Παρασκευή και τελευταία μέρα του τριμήνου, δεν είχα πολλές ελπίδες.

Καθώς έστριβα λοιπόν τη γωνία, σκεπτόμενος το (απίθανο) ενδεχόμενο ανοίξει η πόρτα, αλλά να είμαι μακριά και να μην προλάβω να μπω μέσα, παραλίγο να πέσει πάνω μου μια κοπέλα που έτρεχε να αποφύγει τη βροχή (Α, ναι, έβρεχε. Βρέχει. Θα βρέχει.). [Την λεπτομέρεια αυτή την ανέφερα για όσους έχουν δει την ταινία «Τρέξε Λόλα, Τρέξε» και ξέρουν πως κάθε λεπτομέρεια μετράει.] Η κοπέλα αυτή ήταν και ο μοναδικός άνθρωπος που υπήρχε σε ακτίνα εκατοντάδων μέτρων. Μιλάμε για ερημιά. Όπως στο Syberia (όσοι το έχουν παίξει ξέρουν).

Ενώ οι ελπίδες μου έχουν εκμηδενιστεί, προχωράω προς την πόρτα. Ξαφνικά, το φως (μια τεράστια λάμπα πυρακτώσεως) πάνω από την πόρτα ανάβει. «Λες;», σκέφτομαι. Και καθώς πλησιάζω, σαν σε κινηματογραφική ταινία, η μεγάλη ξύλινη πόρτα ανοίγει! (Μιλάμε για φοβερό πλάνο! Τύφλα να ‘χει ο Αγγελόπουλος...) Ο συγχρονισμός ήταν απίστευτος! Αφού ξεπέρασα το αρχικό ξάφνιασμα (πιο σωστά, σοκ), τρέχω να προλάβω τους 2 φοιτητές που ξεπρόβαλαν πριν κλείσει η πόρτα πίσω τους και μπαίνω στο κτίριο. (Η πόρτα μπορεί να ανοίξει από μέσα, αλλά άμα κλείσει για να μπεις χρειάζεσαι ειδικό κωδικό πρόσβασης.) Δεν πίστευα στην τύχη μου! Πληροφοριακά, εκτός από άλλους 2 καθηγητές που συνάντησα αμέσως μετά στον διάδρομο να φεύγουν, κανείς άλλος δεν πρέπει να υπήρχε στο κτίριο ή αν υπήρχε, δεν σκόπευε να βγει σύντομα από αυτό. Μέχρι να ξαναβγώ έξω, δεν συνάντησα ψυχή και δεν άκουσα ούτε ψίθυρο.

Με το που πάτησα το πόδι μου ξανά στο δρόμο, με έπιασε ένα νευρικό γέλιο, που δεν λέει να φύγει. Ακόμα χαχανίζω.

Γ.

Υ.Γ. Κάποια μέρα θα σας μιλήσω για τη συγχρονικότητα, τη δυναμική του χωροχρόνου και την κατάρρευση της θεωρίας των πιθανοτήτων...