7.6.17

Η γάτα σου είναι πάνω στο δέντρο

Η Ρέα

Την Ρέα την βρήκαμε νεογέννητη μαζί με τα δύο αδερφάκια της, τον Άρη και την Ήρα, στην Εστία του Πανεπιστημίου Πατρών. Τα πήγαμε αμέσως στον κτηνίατρο. Όταν φτάσαμε, η Ρέα ήταν ετοιμοθάνατη.

Ήταν όντως πολύ μικρά και για να έχουν ελπίδες να επιβιώσουν έπρεπε να τα κρατάμε ζεστά, να τα καθαρίζουμε και να τα ταΐζουμε με μια αυτοσχέδια σύριγγα-μπιμπερό. Ευτυχώς ο πατέρας μου έφερε μια ηλεκτρική θερμοφόρα και λύθηκε το θέμα της ζεστασιάς. Εγώ ανέλαβα το τάισμα και το καθάρισμα. Κατάφεραν και τα τρία να ξεπεράσουν την πρώτη δύσκολη φάση της ζωής τους, αλλά η μοίρα το έφερε έτσι ώστε στο τέλος επέζησε μόνο το αουτσάιντερ, η Ρέα.

Τα χαρακτηριστικά της Ρέας που την έκαναν να ξεχωρίζει ήταν δύο: Η σπασμένη άκρη της ουράς της που θύμιζε λιγάκι αγκίστρι και η συνήθειά της να σκαρφαλώνει πάνω μου για να κάτσει στους ώμους μου. Το σκαρφάλωμα γενικότερα ήταν η αγαπημένη της συνήθεια. (Και ήταν αυτό που της έσωσε τουλάχιστον μια φορά τη ζωή.)

Όταν ήταν μικρή ακόμα, έκανε ένα άλμα και έφτανε κατευθείαν στους ώμους μου. Δεν θα ξεχάσω τις έντρομες φάτσες των φίλων μου, όταν εκεί που στεκόμασταν όρθιοι και μιλούσαμε, έβλεπαν ξαφνικά μια γάτα να πηδάει στην πλάτη μου και να κάθεται στο σβέρκο μου. Τον χειμώνα - που τα ρούχα ήταν χοντρά - δεν είχα πρόβλημα, αλλά τα καλοκαίρια είχα φάει μερικές γερές νυχιές στην πλάτη....

Αργότερα, όταν βάρυνε, ήθελε να σκαρφαλώνει στους ώμους μου μόνο όταν έβγαινα από το μπάνιο φορώντας ένα χοντρό μπουρνούζι. Με περίμενε ικετευτικά να της δώσω το οκ και μόνο τότε έκανε το άλμα.

Εδώ ποζάρει με το μπουρνούζι, αψηφώντας λίγο την βαρύτητα


Το ότι τα ζώα καταλαβαίνουν περισσότερα από όσα νομίζουμε το ήξερα, όμως η Ρέα ανέβασε αρκετά τον πήχη. Είχε αποφασίσει μόνη της ότι όταν πέρναγε η ώρα το πρωί, έπρεπε να ξυπνήσω. Στην αρχή νιαούριζε κι ανέβαινε στο κρεβάτι και με σκούνταγε. Ξυπνούσα, αλλά δεν μπορούσε εύκολα να με κάνει να σηκωθώ. Αργότερα ανακάλυψε (μάλλον τυχαία) έναν πιο αποδοτικό τρόπο.

Είχε παρατηρήσει ότι στο δεύτερο ράφι της βιβλιοθήκης υπήρχαν μερικά εύθραυστα αναμνηστικά που έκαναν έναν χαρακτηριστικό οξύ ήχο όταν τα χτυπούσε. Ένα πρωί λοιπόν, σκαρφάλωσε και άρχιζε να πειράζει ένα από αυτά με στόχο να το ρίξει, αλλά αργά αργά. Άκουσα το "γκλιν γκλιν", ξύπνησα, κατάλαβα τι πάει να γίνει και πετάχτηκα πάνω για να την σταματήσω. Από τότε, αυτή ήταν η καθημερινή μας ρουτίνα. Μέχρι που μια μέρα δεν ξύπνησα, έριξε κάτι κάτω και έγινε χίλια κομμάτια. Λίγο η τρομάρα που πήρε, λίγο οι φωνές που της έβαλα, δεν το ξανάκανε.

Σολάριουμ

Τα τελευταία χρόνια είχε πάψε να μας ξυπνάει το πρωί. Αντιθέτως, μας περίμενε πρώτη να πάμε για ύπνο το βράδυ. Είχε πάψει να κάνει άλματα. Σκαρφάλωνε σε όλο και λιγότερα μέρη. Σε μερικά σημεία είχαμε φτιάξει πρόχειρα σκαλοπάτια για να ανεβοκατεβαίνει πιο εύκολα.

Φέτος το Πάσχα που την είδα για τελευταία φορά, ερχόταν να κοιμηθεί μαζί μου περισσότερο από ό,τι συνήθως. Όταν έφυγα την χαιρέτησα με δάκρυα στα μάτια, γιατί ήξερα ότι ο καιρός πλησιάζει. Στενοχωριέμαι γιατί δεν μπόρεσα σήμερα να είμαι εκεί, δίπλα της. Αλλά ίσως να είναι καλύτερα έτσι.

Σε νεαρή ηλικία


Θα την θυμάμαι πάντα σαν το γατάκι που κατάφερνε να μου αποσπάσει την προσοχή όσο απασχολημένος κι αν ήμουν.
Που με τον τρόπο της με ηρεμούσε όταν δεν ήμουν καλά.
Που ήθελε να κοιμάται πάνω μου όταν ξάπλωνα μπρούμυτα.
Που με συνόδευε στην ταράτσα όταν έβγαινα για να παρατηρήσω τα άστρα. (Εγώ φωτογράφιζα, εκείνη κυνηγούσε - έκαστος στο είδος του.)
Που την ξεχνούσα στην ταράτσα όταν δεν ήθελε να μπει μέσα μαζί μου και μετά άκουγα τα εξ αμάξης όταν της άνοιγα.
Που το έπαιζε ανεξάρτητη, αλλά όταν επιστρέφαμε από ταξίδι μας κρατούσε λίγο μούτρα και μετά ήταν συνέχεια δίπλα μας.
Που παραλίγο να καεί μια μέρα όταν η γούνα της ακουμπούσε σε ένα πορτατίφ κι εκείνη στεκόταν ατάραχη.
Θα θυμάμαι το κυνηγητό μες στο σπίτι, το κρυφτό με την ουρά της πάντα απέξω, το παιχνίδι με τις μπατονέτες, τα ξαφνικά άλματα όταν τρόμαζε, τις ιδιαίτερες διατροφικές της συνήθειες, τα νιαουρίσματα μπροστά σε κλειστές πόρτες, τις φορές που δεν την βρίσκαμε και μας είχε γραμμένους όσο κι αν φωνάζαμε, την πρώτη φορά που σκαρφάλωσε πάνω μου, την φορά που την κατέβασα χαράματα από ένα δέντρο...

Την ημέρα που την βρήκα, η κτηνίατρος μου είχε πει να μην στεναχωρηθώ αν δεν βγάλει τη νύχτα. Από τότε πέρασαν 15 χρόνια. Κατά κάποιο τρόπο, κάθε μέρα με την Ρέα μετά την πρώτη ήταν για μένα ένα δώρο.

Αντίο μικρή μου...


Γ.


Το αγαπημένο της σπορ


Υ/Γ. Ο τίτλος του άρθρου είναι παρμένος από ένα παλιό ανέκδοτο:
Κάποιος που ξενιτεύεται λέει στον κολλητό του να του στέλνει νέα. Αλλά τα άσχημα νέα να του τα λέει με τρόπο.
"Δηλαδή πώς;", ρωτάει ο κολλητός του.
"Να. Την πρώτη μέρα θα μου στείλεις ένα μήνυμα της μορφής: - Εδώ ο ήλιος λάμπει. Τα πουλάκια κελαηδούν. Η γάτα σου είναι πάνω στο δέντρο.
Την δεύτερη μέρα θα μου στείλεις: - Εδώ έχει συννεφιά. Τα πουλάκια σώπασαν. Η γάτα σου είναι πάνω στο δέντρο.
Την τρίτη μέρα: - Εδώ βρέχει καταρρακτωδώς. Τα πουλάκια έφυγαν. Η γάτα σου είναι πάνω στο δέντρο.
Ε πού θα πάει, θα καταλάβω ότι κάτι τρέχει με τη γάτα μου."
Λίγο καιρό μετά, ο ξενιτεμένος λαμβάνει το εξής μήνυμα από τον φίλο του: - Εδώ ο ήλιος λάμπει. Τα πουλάκια κελαηδούν. Η γιαγιά σου είναι πάνω στο δέντρο.